ἀλλοτριοῖ

ἀλλοτριοῖ
ἀλλοτριόω
estrange from
pres ind mp 2nd sg
ἀλλοτριόω
estrange from
pres opt act 3rd sg
ἀλλοτριόω
estrange from
pres ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ἀλλότριοι — ἀλλότριος of masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πίστη — η / πίστις, εως, ΝΜΑ, ιων. τ. γεν. ιος, Α 1. η αφηρημένη έννοια τού πιστεύω, η παραδοχή ενός πράγματος ως αληθινού, εμπιστοσύνη 2. η υποκειμενική βεβαιότητα σχετικά με ένα πράγμα ή μια κατάσταση 3. η εμπορική υπόληψη, το να θεωρεί κανείς ότι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”